Τις σκέψεις του και τα συναισθήματά του από τα Χριστούγεννα που ζούσε στην Αμοργό όταν ήταν παιδί αλλά και από τις πρώτες γιορτές που πέρασε μακρυά από το αγαπημένο του νησί μοιράζεται μαζί μας ο αμοργιανός Λευτέρης Πολυκρέτης. 1957: Τα τελευταία Χριστούγεννα που έκανα στην Αμοργό, πριν από την μετανάστευσή μου στον Πειραιά.
Παραμονή της μεγάλης ημέρας της Χριστιανοσύνης και το ραντεβού όλων των ομάδων, που θα λέγαμε τα κάλαντα, ήτανε όπως κάθε χρόνο, στο μεγάλο γεφύρι στα Κατάπολα.
Τότε τα κάλαντα τα λέγαμε την παραμονή το βράδυ αμέσως μετά το ηλιοβασίλεμα, εξ’ ου και το «Καλήν Εσπέραν Άρχοντες……..»
Υπήρχε μια συμφωνία ώστε η εκκίνηση των ομάδων να γίνεται ταυτόχρονα – χωρίς ζαβολιές – και εκεί επιλέγαμε τον προορισμό προς τους οικισμούς, Κατάπολα, Ραχίδι, Ξυλοκερατίδι, ώστε η κάθε ομάδα να έχει και τη δική της πρωτιά ανά κατεύθυνση.
Τα παιδιά του Γυμνασίου θα έβγαιναν και την άλλη ημέρα, ανήμερα της γιορτής, καθώς και την Πρωτοχρονιά.
Τα χρήματα της ημέρας είχαμε συμφωνήσει – γονείς , καθηγητές, μαθητές – ότι θα τα καταθέταμε στο Γυμνάσιο.
Ο σκοπός ήταν…. Ιερός. Μ’ αυτά και με ότι άλλο θα πρόσφερε όποιος μπορούσε , θα αγοράζαμε ένα ραδιόφωνο. Οι καθηγητές θα άκουγαν ειδήσεις κ.λ.π και εμείς στα διαλείμματα μουσική και τραγούδια.
Για να καταλάβετε την πολυτέλεια, θα σας πω ότι εκείνη την εποχή στα Κατάπολα, υπήρχαν 2 – 3 το πολύ ραδιόφωνα.
Όσο για τηλέφωνο , υπήρχε μόνο το κοινοτικό. Πολλές φορές πηγαίναμε και βλέπαμε τον υπεύθυνο. να γυρίζει με δύναμη μια μανιβέλα και μόλις ακουγόταν η φωνή από την άλλη πλευρά, να βγάζει κάτι μαύρα , σαν στυλό με κορδόνια και να συνδέει τη φωνή με τον θάλαμο, που περίμενε αυτός που είχε καλέσει.
Ας γυρίσουμε όμως στη παραμονή και τα κάλαντα.
Κατάκοποι γυρίζαμε σπίτι για να γίνει η καταμέτρηση , να μοιραστούν τα χρήματα και ο καθένας να πάρει το μερίδιό του και να τα καταθέσει στην οικονομική διαχείριση της οικογένειας, που συνήθως ήταν η Μαμά.
Μετά άρχιζε η διαδικασία για την επόμενη μέρα. Στη παραστιά έβραζε το νερό, εκείνη το μίσαζε για να μην καούμε και ένας – ένας έπαιρνε το μπάνιο του, γιατί αύριο έπρεπε να είμαστε καθαροί και να φορέσουμε τα καλά μας.
Το πρωί στις 5 αν θυμάμαι καλά, θα κτυπούσαν οι καμπάνες του Αη Γιώργη και όλοι μαζί θα πηγαίναμε να υποδεχθούμε το νεογέννητο Χριστό και να ψάλλουμε « Χριστός γεννάται δοξάσατε ……»
Βέβαια, δεν έπρεπε να είμαστε καθαροί μόνο στο σώμα. Έπρεπε να έχουμε καθαρθεί και ψυχικά. Η νηστεία δεν είχε τελειώσει ακόμα. Γι’ αυτό το φαγητό ήταν ζεστό φασκόμηλο , λίγο παξιμάδι και μερικές ελιές !
Αυτό το ρεβεγιόν που έζησα τον άλλο χρόνο στον Πειραιά, δεν είχε καμιά σχέση με τη γέννηση του Χριστού μας, που ήρθε στο κόσμο σαν ταπεινός άνθρωπος.
Εξομολογητικά θα σας πω, ότι από εκείνη την τελευταία παραμονή Χριστουγέννων δεν ξανάκουσα τον ύμνο των Αγγέλων « Δόξα εν υψίστοις θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία» !!
Με το εξοντωτικό φαγητό του ρεβεγιόν, το κρασάκι και κάποτε πιο παλιά και λίγη σαμπάνια, με τους κουραμπιέδες, τα μελομακάρονα και τα πανετόνε, ερχότανε ως επακόλουθο και η βαρυστομαχιά.
Έτσι στα όνειρα μας πια, ακόμη και τώρα, ούτε Αγγέλους βλέπουμε, ούτε βοσκούς αγναντεύουμε, ούτε τον αστέρα τον φωτεινό μπορούμε να απολαύσουμε.
Τα όνειρα με βαρύ στομάχι, περισσότερο μοιάζουν με εφιάλτες, παρά με οτιδήποτε άλλο.
Και βέβαια εκεί που τις πρωινές ώρες ξεκινάγαμε για την εκκλησία, τώρα μας παίρνει ο ύπνος και ξυπνάμε, αφού η Λειτουργία των Χριστουγέννων έχει τελειώσει.
Αναμνήσεις ενός παιδιού από την Αμοργό, που μεγάλωσε στον Πειραιά και τώρα ζει στη Πάτρα, συμβιβασμένος πια με τα νέα ήθη και έθιμα.
Πιστεύω έτσι ότι θα συμφωνήσετε με τον τίτλο του γραπτού μου :
«Τα πρώτα μη Χριστιανικά Χριστούγεννα»
Ευτυχώς οι ευχές δεν έχουν αλλάξει, γι’ αυτό :
Χρόνια πολλά, ευτυχισμένος ο καινούργιος χρόνος πλημμυρισμένος για όλους μας από ΥΓΕΙΑ !!!
ΛΕΥΤΕΡΗΣ Γ. ΠΟΛΥΚΡΕΤΗΣ