Στην αίθουσα Πολιτισμού & Τέχνης “Σημωνίδης” σε συνεργασία με τον Δήμο Αμοργού , στη Λόζα της Χώρας Αμοργού παρουσιάζεται η τρίτη ατομική έκθεση ζωγραφικής του Νίκου Χιωτίνη με τίτλο “ Στο νησί ”.
Επιμέλεια Ίρις Κρητικού
Οργάνωση ArteVisione
Εγκαίνια 8/7/2022, 7-10μμ
Διάρκεια 5/7-20/7/2022
Είσοδος ελεύθερη.
Ανοικτά καθημερινά 7-10 μμ
——————————————————————————-
Στο νησί
Στην τέντα τῆς κληματαριᾶς τὸ καλοκαίρι ἀνασαίνει…
Νίκος Γκάτσος, Ἀμοργός
Νίκος Γκάτσος, Ἀμοργός
Πόσο γαλανό και πόσο λευκό, πόσα ανάγλυφα φωτεινότητας και βράχοι μεσίστιοι χωρούν στο ελληνικό καλοκαίρι;
Τα έργα του Νίκου Χιωτίνη, αποτελούν μια ειλικρινή πατριδογνωσία του ελάχιστου, ένα πυλώνα εξομολογητικό για την πιο σταθερή του αγάπη: την Αμοργο. Το νησί που εκ γενετής σφραγίζει ως άυλη και ως πρώτη γενέθλια ύλη τα καλοκαίρια, το βλέμμα και την ψυχή του. Και που τα τελευταία χρόνια συνομιλεί και ταυτίζεται με τη ραστώνη και το εκχύλισμα της ζωγραφικής του.
Η ενότητα αυτή που παρουσιάζεται στην ωραιότερη -θα τολμούσα να πω-,χώρα των Κυκλάδων, ακολουθεί και αντιβαίνει εκείνες των αστικών περιπλανήσεων του ζωγράφου. Αυτές που με ειλικρίνεια κατέθεσε κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, ζωγραφίζοντας τις καθημερινές διαδρομές του, τον ανθρώπινο ζόφο, την ανήσυχη ενδοχώρα συναισθημάτων,προσώπων και θραυσματικών όψεων του αστικού τοπίου μιας ρέουσας και ανασφαλούς περιοχής.
Ετούτη ωστόσο η εξομολογητική ζωγραφική του απτού και του διάφανου,το πυκνό εικονολόγιο υφών, στιγμών και ωρών που επανέρχονται ως θερινό καθησυχαστικό τεριρέμ στο οικείο παλίμψηστο του καμβά, αποτελούν το πολυτιμότερο προσωπικό μοίρασμα του ζωγράφου. Και μαζί, ισχυρό αντίδοτο στην πολυσχιδή αθηναϊκή του καθημερινότητα και στο δικό μας ανήσυχο βλέμμα. Επιτρέποντάς μας να βαδίσουμε τώρα μαζί του σε άγνωστες ρόδινες ακτές, να αναμετρηθούμε με τη γραμμή του ορίζοντα, να ψηλαφίσουμε τις γεωμετρίες του λευκού, να ακουμπήσουμε τις μενεξεδένιες σκιές, να αφήσουμε τον ευφραντικό αέρα με την επίγευση άμμου και
φρύγανου να μας συμπαρασύρει μαζί του ως την κάθετη άκρη μιας αιχμηρός πλαγιάς που σβήνει στο πέλαγος.
Επιλέγοντας τον γνώριμο ζωηρό χρωστήρα με τις τολμηρές αντιθέσεις και τις πρωτογενείς δυναμικές φόρμες με τα αδρά περιγράμματα και τα διάσπαρτα ναΐφ πλαστικά στοιχεία που συναντούμε και αναγνωρίζουμε στη γραφή του, ο Νίκος Χιωτίνης πετυχαίνει να επαναδιατυπώσει ένα γνώριμο αλφαβητάριο απλουστευτικών συντεταγμένων ευτυχούς εντοπιότητας, που δρουν στη δομή και το συναίσθημα της εικόνας καταλυτικά. Και ταυτόχρονα, να πλάσει και να ορίσει έναν κινηματογραφικό, φελινικό σχεδόν δεύτερο χρόνο, ιδιαίτερα στα έργα εκείνα όπου το τοπίο κατοικείται από ανθρώπινες μορφές και παραστατικά σύμβολα: μια γυναίκα με μαύρο φουστάνι και μνήμη χορεύτριας, βυθίζει την πολυθρόνα και τα γυμνά της πόδια της μέσα στη θάλασσα, ατενίζοντας τη σιωπή. Ένας άνδρας με λευκό κοστούμι και καπέλο, στήνει μια ξύλινη καρέκλα στην άμμο για να βρει τον ορίζοντα. Ένα πλοίο που δεν ταξιδεύει πια. ξερνά τις αιχμές και τις Σκουριές του στον λόφο της άμμου. Κάτοικοι Αμοργού και αυτοί, στο διηνεκές της ζωγραφικής και του νου. Τα έργα του νησιού, διαστέλλοντας τόσο τον τόπο όσο και τον χρόνο,αρμολογούν σιωπηλά μια καθαρόαιμη αισθαντική ολότητα. Επιφέρουν γαλήνη και κάθαρση, χωρίς να αιτιολογούν την προέλευσή τους. Ίσως γιατί στο σύνολό τους, εκπορεύονται από το παντοτινό και από τη βαθιά αγαπη για την αγιοσύνη του ξερικού αυτού τρόπου ύπαρξης. Για τη διάθλαση του φωτός που αιωρείται επάνω απ’ το χάος. Για την ευτυχισμένη δυνατότητα του καλοκαιριού, στον ίσκιο της κληματαριάς να ανασαίνει…